Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι το μέλλον των φιλολόγων στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης προδιαγράφεται άδοξο και «φτωχό»; Η απάντηση διαφέρει ανάλογα με τον άνθρωπο που έχει απέναντί του. Ο φιλόλογος ενός δημόσιου σχολείου κοιτώντας και τις φετινές βάσεις θα παραδεχθεί πως ο συγκεκριμένος κλάδος έχει χάσει την αίγλη του παρελθόντος, ενώ ένας καθηγητής κλασικής φιλολογίας δεν θα αρνηθεί πως οι πόροι για έρευνα στην Ελλάδα είναι… μετρημένα κουκιά.
Υπάρχει όμως και μία μερίδα φιλολόγων, οι οποίοι έχοντας επιλέξει ένα διαφορετικό μονοπάτι, θα υποστηρίξουν πως η φιλολογία αποτελεί ένα από τα επαγγέλματα του μέλλοντος, υπό διαφορετική όμως μορφή, πιο προσαρμοσμένη στις κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές που έχει φέρει η τεχνητή νοημοσύνη.
Πηγαίνοντας λοιπόν κόντρα σε όσους θεωρούν πως η τεχνητή νοημοσύνη ενδεχομένως θα καταστήσει περιττό το επάγγελμα, ολοένα και περισσότεροι φιλόλογοι «παντρεύουν» το αντικείμενο με την επιστήμη των υπολογιστών. Κρατούν δηλαδή από το πρώτο όλο το θεωρητικό υπόβαθρο για τη λειτουργία της γλωσσικής δομής και από το δεύτερο τις υπολογιστικές μεθόδους, όπως ο προγραμματισμός, η στατιστική και η μηχανική μάθηση.
Εχοντας ακόμη ως βασικό μαθησιακό κορμό τα μαθήματα αρχαιοελληνικής και νεοελληνικής γλώσσας, οι φιλόλογοι μπορούν πλέον στα φιλολογικά τμήματα της χώρας –κυρίως από τα μαθήματα επιλογής–να γνωρίσουν τις δυνατότητες των υπολογιστικών εργαλείων και των εφαρμογών της υπολογιστικής γλωσσολογίας, όπως οι γλωσσικοί πόροι (σώματα κειμένων και ηλεκτρονικά λεξικά), η μηχανική μετάφραση και διαδραστικά συστήματα για εφαρμογές στη διδακτική αλλά και σε άλλες υπηρεσίες. Με αυτή τη διεπιστημονική προσέγγιση οι φιλόλογοι μπορούν να συνδυάσουν τεχνολογικές και θεωρητικές γνώσεις μεταπηδώντας στο κομμάτι της γλωσσικής τεχνολογίας. Να γίνουν κατά ένα τρόπο δηλαδή high tech φιλόλογοι.
Από τη φιλολογία στην υπολογιστική γλωσσολογία
Αναλύοντας στην «Κ» πώς η φιλολογία και η υπολογιστική γλωσσολογία αλληλοσυμπληρώνονται, η καθηγήτρια του ΕΚΠΑ στο τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας και εξωτερικός συνεργάτης στο τμήμα Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών, Χριστίνα Αλεξανδρή, σημειώνει πως η γλώσσα εξακολουθεί να παραμένει πολύπλοκη στην ανάλυσή της, κυρίως επειδή αντικατοπτρίζει την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου νου, της ανθρώπινης ψυχής και του ανθρώπινου πολιτισμού. Επιπλέον, η εφαρμογή της υπολογιστικής γλωσσολογίας και της τεχνητής νοημοσύνης παραμένει μία πρόκληση στην εποχή μας καθώς οι ειδικοί καλούνται να εκπαιδεύσουν τις μηχανές για να επεξεργάζονται ορθά και αποτελεσματικά τη γλωσσική γνώση.
Ο στόχος στο εγγύς μέλλον θα είναι να σταματήσουμε να πατάμε κουμπιά και να μιλάμε απευθείας με τα AIbots, όπως γίνεται ήδη σε πολλούς τομείς. Για να το πετύχουμε αυτό χρειάζεται γλωσσική τεχνολογία
Δίνοντας κάποια παραδείγματα, η ειδική επιστημονική συνεργάτης του Ινστιτούτου Επεξεργασίας του Λόγου στο ερευνητικό κέντρο Αθηνά, Μαρία Γιάγκου, η οποία αποφοίτησε πρώτα από το τμήμα φιλολογίας του Αριστοτέλειου για να ασχοληθεί στη συνέχεια με την υπολογιστική γλωσσολογία, σημειώνει πως ο εν λόγω τομέας παίζει ήδη σημαντικό ρόλο στην καθημερινότητά μας. Τονίζει πως αν δεν υπήρχε δεν θα μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε με τις μηχανές, είτε αυτές είναι το κινητό μας είτε ο υπολογιστής, ακόμη το ψυγείο και το κλιματιστικό στο σπίτι μας.
«Ο στόχος στο εγγύς μέλλον θα είναι να σταματήσουμε να πατάμε κουμπιά και να μιλάμε απευθείας με τα ΑIbots, όπως γίνεται ήδη σε πολλούς τομείς. Για να το πετύχουμε αυτό χρειάζεται γλωσσική τεχνολογία», συμπληρώνει.
Εισάγοντας γλωσσική γνώση σε ένα κενό
Oσο όμως κι αν οι δύο επιστήμες αλληλοσυμπληρώνονται, είναι σαφές πως η εκπαίδευση γλωσσικής εκμάθησης των μηχανών είναι εντελώς διαφορετική από τη διδασκαλία της γλώσσας στον άνθρωπο.
Σε αντίθεση με τον άνθρωπο δηλαδή, «ο υπολογιστής δεν διαθέτει εγγενείς μηχανισμούς επεξεργασίας της γλώσσας. Αυτό σημαίνει ότι τα πάντα πρέπει να οριστούν και να προγραμματιστούν από την αρχή. Δηλαδή, εισάγουμε γλωσσική γνώση σε ένα κενό. Αυτό δεν συμβαίνει στην περίπτωση κατάκτησης της μητρικής γλώσσας από έναν άνθρωπο και ακόμα περισσότερο στην κατάκτηση μιας ξένης γλώσσας» εξηγεί η κυρία Αλεξανδρή.
«Σωματοφύλακες» της ηθικής
Πάντως εκτός από την ανάγκη εύρεσης ειδικών που γνωρίζουν από συλλογή, ανάλυση και αξιολόγηση των γλωσσικών δεδομένων με απώτερο στόχο τη δημιουργία πιο γρήγορων και αποδοτικών συστηματικών γλωσσικής τεχνολογίας, υπάρχει και ακόμη ένας τομέας όπου οι φιλόλογοι και όσοι εν γένει ασχολούνται με τη γλωσσική τεχνολογία είναι απαραίτητοι: η ηθική.
Οπως εξηγεί η κ. Γιάγκου οι μηχανές, ανάλογα με τα γλωσσικά δεδομένα που εκπαιδεύονται μπορούν να αναπαράγουν κοινωνικές προκαταλήψεις, στερεότυπα, ρατσιστικές αλλά και σεξιστικές συμπεριφορές. Οσοι όμως κατέχουν ήδη θεωρητικό υπόβαθρο μπορούν να αναγνωρίσουν τα κακώς κείμενα που κρύβει η γλώσσα.
«Ενα από τα πράγματα που κάνουμε για να εκπαιδεύσουμε μεγάλα γλωσσικά μοντέλα είναι η άντληση δεδομένων και από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Σε αυτό το πεδίο όμως βρισκόμαστε αντιμετώποι/ες με έναν αγώνα δρόμου προκειμένου να εντοπίσουμε δεδομένα με ενσωματωμένη ρητορική μίσους που θα πρέπει να αφαιρεθούν άμεσα», φέρνει ως παράδειγμα η ειδικός.
Υπάρχουν προοπτικές για τους «high tech φιλολόγους» στην Ελλάδα;
Ρωτώντας τις ειδικούς αν υπάρχει στροφή των φοιτητών στην Ελλάδα προς τη σπουδή της υπολογιστικής γλωσσολογίας ή παραμένει ακόμη ένα πεδίο που επειδή συνδυάζει θεωρία και τεχνολογία δύσκολα επιλέγεται, η απάντηση είναι πως τα πρώτα βήματα έχουν γίνει, αλλά υπάρχει ακόμη αρκετός δρόμος.
Με το μάθημα της υπολογιστικής γλωσσολογίας να προσφέρεται σε αρκετά προπτυχιακά προγράμματα φιλολογικών τμημάτων ελληνικών πανεπιστημίων, οι αυριανοί φιλόλογοι έχουν μία πρώτη εξοικείωση με το αντικείμενο. Απαιτείται ωστόσο η περαιτέρω διδασκαλία στο πλαίσιο μεταπτυχιακού προγράμματος για να μπορέσουν να την ασκήσουν επαγγελματικά.
Σε κάθε περίπτωση όμως το βασικότερο ζήτημα στη χώρα μας είναι οι τομείς της αγοράς που απασχολούν τέτοιους ειδικούς. «Στην Ελλάδα, τα ερευνητικά κέντρα και τα πανεπιστήμια εξακολουθούν να παίζουν πρωταρχικό ρόλο στην επαγγελματική απασχόληση των αποφοίτων της συγκεκριμένης ειδικότητας. Ωστόσο, με τις τρέχουσες εξελίξεις στην τεχνολογία και την AI και τη διεύρυνση των δραστηριοτήτων στον ιδιωτικό τομέα στην ανάπτυξη λογισμικού και υπηρεσιών, θέλω να πιστεύω ότι το ευρύ φάσμα των εφαρμογών και ειδικοτήτων της υπολογιστικής γλωσσολογίας και των υπολογιστικών γλωσσολόγων θα αντικατοπτριστεί και στην ελληνική αγορά», σημειώνει η κ. Αλεξανδρή.
Πολλοί θεωρούν ότι οι γλώσσες που δεν έχουν ηλεκτρονική μορφή, δηλαδή δεν υπάρχουν σε ηλεκτρονικά σώματα κειμένων, θα έχουν την ίδια μοίρα με τις γλώσσες που δεν είχαν γραφή.
Αλλωστε, όπως συμπληρώνει, υπάρχει και η έκτακτη ανάγκη για τη διάσωση της γλώσσας στην ηλεκτρονική της μορφή.
«Θεωρείται από πολλούς ότι οι γλώσσες που δεν έχουν ηλεκτρονική μορφή, δηλαδή δεν υπάρχουν σε ηλεκτρονικά σώματα κειμένων, θα έχουν την ίδια μοίρα με τις γλώσσες που δεν είχαν γραφή», εξηγεί η κ. Αλεξανδρή.
Αυτό που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι πως η γλώσσα παραμένει ένα δεδομένο ειδικού τύπου και για να υπάρχει αποτελεσματικότητα πρέπει να υπάρχει σεβασμός στη γλώσσα και στην πολυπλοκότητά της, σεβασμός στον χρήστη και στις ανάγκες του και τέλος σεβασμός στην εφαρμογή και στα χαρακτηριστικά της.