“Ζητάμε πραγματικές αυξήσεις και θέλουμε τις συλλογικές μας συμβάσεις πίσω και τις θέλουμε τώρα” τόνισε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ σε σύσκεψη σωματείων χθες το απόγευμα στο ΕΚΘ.
“Είμαστε η δεύτερη χώρα στην Ευρώπη στην ακρίβεια, αλλά την ίδια στιγμή είμαστε πρωταθλητές στην κερδοφορία των επιχειρήσεων, που συμμετέχουν με το μεγαλύτερο ποσοστό στο εθνικό προϊόν. Αντιθέτως, είμαστε προτελευταίοι στη συμμετοχή της εργασίας στο εθνικό προϊόν, που αυτό πιστοποιεί τι ακριβώς συμβαίνει και με την ακρίβεια και με τη γενικότερη κατάσταση στην ονομαζόμενη αγορά εργασίας” ανέφερε ο κ. Παναγόπουλος.
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ ερωτώμενος για την αύξηση του κατώτατου μισθού σημείωσε ότι “κάθε αύξηση είναι καλοδεχούμενη”, όμως χρειάζονται “ουσιαστικές αυξήσεις που αφορούν στην αγοραστική δύναμη και όχι στην ονομαστική αναφορά του μισθού”. Σχολίασε, ότι με βάση την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ο κατώτερος μισθός θα έπρεπε να ήταν στο 60% του διάμεσου μισθού, δηλαδή στα 908 ευρώ, που και η ίδια η Ε.Ε. τη θεωρεί ως το όριο της φτώχειας.
Ο κ. Παναγόπουλος επεσήμανε ότι ενόψει της πανελλαδικής, πανεργατικής απεργίας της 17ης Απριλίου γίνονται επισκέψεις και ενημέρωση από τη ΓΣΕΕ και τα συνδικάτα σε χώρους δουλειάς και σε διάφορες πόλεις. Εστιάζοντας στο αίτημα για ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις, ανέφερε:
“Εμείς, οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα, δε ζητούμε ούτε ένα ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό, ζητούμε πίσω το όπλο μας, που μας το στέρησαν όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις και σημερινή κυβέρνηση εξακολουθεί να το κρατά, δηλαδή το όπλο της συλλογικής σύμβασης εργασίας. Οι αυξήσεις δεν γίνονται με ευχές που κάνει ο πρωθυπουργός, ούτε με ευχέλαια, ούτε με αρτοκλασίες. Γίνονται με συλλογικές συμβάσεις”.