H ραιβοϊπποποδία είναι μια από τις συχνότερες παθήσεις του ποδιού κατά τη γέννηση. Το πόδι του μωρού είναι δύσκαμπτο και στρέφεται προς τα μέσα και κάτω. Υπολογίζεται ότι η συχνότητα της ραιβοϊπποποδίας είναι 1-2 στα 1.000 μωρά. Η πάθηση είναι τρεις φορές συχνότερη στα αγόρια απ’ ότι στα κορίτσια, και στο 40% των περιπτώσεων προσβάλλονται και τα δυο πόδια.
«Τα αίτια της ραιβοϊπποποδίας δεν είναι γνωστά, αλλά φαίνεται να είναι μια αναπτυξιακή διαταραχή που συμβαίνει κατά το 2ο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Αρκετά συχνά η πάθηση αναγνωρίζεται μεταξύ της 16ης και 18ης εβδομάδος της κύησης, κατά την διάρκεια ενός προγραμματισμένου υπερηχογραφήματος της μητέρας. Εάν ένας γονέας πάσχει από ραιβοϊπποποδία τότε η πιθανότητα να πάσχει το παιδί είναι 3% – 4%. Όταν πάσχουν και οι δυο γονείς τότε η πιθανότητα εμφάνισης ραιβοϊπποποδίας στο παιδί είναι 15%. Παρ’ όλα αυτά, στα περισσότερα παιδιά που γεννιούνται με ραιβοϊπποποδία, οι γονείς έχουν φυσιολογικά πόδια», εξηγεί η κα Χριστίνα Νείλα, εξειδικευμένη Ορθοπαιδικός Χειρουργός Παίδων, υπεύθυνη του Παιδοoρθοπαιδικού Τμήματος της Ορθοπαιδικής Κλινικής «OSTEON».
Η διάγνωση στα περισσότερα μωρά είναι ο τύπος της Iδιοπαθούς Ραιβοϊπποποδίας και πρόκειται για κατά τα άλλα φυσιολογικά στην ανάπτυξη παιδιά. Ένα μικρό ποσοστό παιδιών έχουν κάποιο υποκείμενο νόσημα, όπως η αρθρογρύπωση, η δισχιδής ράχη και διάφορα σύνδρομα. Στην περίπτωση αυτή η ραιβοϊπποποδία ονομάζεται τερατολογική ή συνδρομική.
Τόσο η Ιδιοπαθής όσο και η Συνδρομική Ραιβοϊπποποδία μπορούν να αντιμετωπιστούν με την Μέθοδο Ponseti, αλλά με πολύ μεγαλύτερη επιτυχία στην ιδιοπαθή μορφή.
Πως θεραπεύεται η Ραιβοιπποποδία – Μέθοδος Ponseti
Ο χρυσός κανόνας για την αντιμετώπιση της ραιβοϊπποποδίας είναι η Mέθοδος Ponseti. Η μέθοδος Ponseti επινοήθηκε από τον δρ Ignacio Ponseti στην Αϊόβα των ΗΠΑ πριν από 70 χρόνια. Η θεραπεία μπορεί να ξεκινήσει την 1 ή 2 εβδομάδα της ζωής. Είναι προτιμότερο να πάει το μωρό με την μητέρα στο σπίτι και να επανέλθουν. Δεν υπάρχει λόγος να ξεκινήσει νωρίς όταν το παιδί νοσηλεύεται για άλλους λόγους στην μονάδα αυξημένης φροντίδας. Μελέτες έχουν δείξει ότι τα αποτελέσματα της διόρθωσης δεν έχουν σχέση με τον χρόνο έναρξης της θεραπείας.
Πρόκειται για μια μη παρεμβατική τεχνική η οποία περιλαμβάνει 2 φάσεις.
Η 1η φάση περιλαμβάνει την σταδιακή διόρθωση της παραμόρφωσης του ποδιού με την εφαρμογή γύψων με ειδική τεχνική. Γίνεται εβδομαδιαίος χειρισμός του ποδιού και εν συνεχεία τοποθετείται ο γύψος. Ο γύψος αλλάζει κάθε εβδομάδα για μια περίοδο 4-8 εβδομάδων. Με τον τρόπο αυτό δίνεται αρκετός χρόνος στους συνδέσμους να χαλαρώσουν και στα οστά να αναπτυχθούν στην σωστή θέση. Όταν το πόδι υπερδιορθωθεί σε πλήρη απαγωγή (δηλ. τα δάκτυλα κοιτάζουν προς τα έξω), τότε στο 90% των παιδιών χρειάζεται Διαδερμική Τενοτομή του Αχιλλείου Τένοντα. Πρόκειται για μια μικροεπέμβαση που γίνεται με τοπική αναισθησία σε χώρο ιατρείου. Μετά την τενοτομή τοποθετείται ο τελευταίος γύψος, ο οποίος και παραμένει για 3 εβδομάδες.
Η 2η φάση ξεκινά με την αφαίρεση του τελευταίου διορθωτικού γύψου. Περιλαμβάνει την εφαρμογή ειδικού διορθωτικού κηδεμόνα απαγωγής που έχει στόχο την διατήρηση της διόρθωσης του σχήματος των ποδιών και την αποφυγή μελλοντικής υποτροπής. Αποτελεί το πιο δύσκολο και σημαντικό στάδιο της μεθόδου γιατί απαιτεί αυστηρή τήρηση του πρωτοκόλλου. H μη συμμόρφωση σωστής εφαρμογής του κηδεμόνα ή διακοπή αυτού, οδηγεί μαθηματικά σε υποτροπή της ραιβοϊπποποδίας (90% τον 1ο χρόνο, 70-80% τον 2ο χρόνο, 30-40% τον 3ο χρόνο, 10-15% τον 4ο χρόνο και 6% για τα επόμενα έτη).
O κηδεμόνας απαγωγής πρέπει να είναι διαθέσιμος όταν αφαιρεθεί ο τελευταίος γύψος και να τοποθετηθεί άμεσα από τον γιατρό. Αν δεν τοποθετηθεί άμεσα υπάρχει μεγάλος κίνδυνος υποτροπής – απώλειας της διόρθωσης καθώς και μη αποδοχής του κηδεμόνα. Ο κηδεμόνας αυτός φοριέται για 23 ώρες τους 3 πρώτους μήνες. Μετά το διάστημα αυτό φοριέται μόνο κατά την διάρκεια του ύπνου (βραδινού και μεσημεριανού) μέχρι την ηλικία των 4 -5 ετών.
Υπάρχει άλλη χειρουργική μέθοδος εναλλακτικά της μεθόδου Ponseti;
H οπίσθια έσω απελευθέρωση είναι μια χειρουργική μέθοδος. Πρόκειται για μια εκτεταμένη ανοικτή χειρουργική επέμβαση, κατά την οποία κόβονται πολλοί σύνδεσμοι και τένοντες του ποδιού. Το αποτέλεσμα είναι συχνά ένα δύσκαμπτο και επώδυνο πόδι. Παλιά η μέθοδος αυτή αποτελούσε τον κύριο τρόπο αντιμετώπισης της ραιβοϊπποποδίας αλλά σήμερα τείνει να εξαλειφθεί λόγω της επιτυχίας της μεθόδου Ponseti.
«Οι οικογένειες που έχουν ένα παιδί με ραιβοϊπποποδία επιβαρύνονται όχι μόνο με την πολυετή θεραπεία και φροντίδα του παιδιού αλλά και ψυχολογικά. Οι ανησυχίες των γονέων προκύπτουν από τη στιγμή της διάγνωσης και αφορούν κυρίως την αβεβαιότητα για το μέλλον του παιδιού, αφού η αποτυχία έγκαιρης θεραπείας μπορεί να έχει επιζήμιες επιπτώσεις στην ανάπτυξη και πορεία του. Η πρώιμη όμως προγεννητική διάγνωση κατά την διάρκεια ενός υπερήχου κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, δίνει στους μελλοντικούς γονείς την δυνατότητα της προγεννητικής ενημέρωσης και συμβουλής για την πάθηση. Ο εξειδικευμένος Παιδοορθοπαιδικός και Πιστοποιημένος στην εφαρμογή της Μεθόδου Ponseti είναι ο κατάλληλος για τη σωστή και σε βάθος ενημέρωση των νέων γονιών. Η γνώση είναι δύναμη και έτσι γονείς που γνωρίζουν νοιώθουν άμεσα ανακούφιση και μειώνεται το ψυχολογικό φορτίο. Γονείς και ιατρός είναι σύμμαχοι για το καλό του παιδιού μιας και η θεραπεία της ραιβοϊπποποδίας με την μέθοδο Ponseti απαιτεί στενή και συχνή συνεργασία μεταξύ τους.
Εάν πρόκειται για ένα κατά τα άλλα υγιές παιδί, και η ραιβοϊπποποδία αντιμετωπιστεί από κάποιον ειδικό στην Mέθοδο Ponseti, τότε αναμένεται ότι το παιδί θα έχει πόδια με φυσιολογική εμφάνιση και λειτουργικότητα για όλους τους πρακτικούς σκοπούς. Η καλά αντιμετωπισθείσα ραιβοϊπποποδία δεν αποτελεί αναπηρία και είναι πλήρως συμβατή με μια φυσιολογική και δραστήρια ζωή», καταλήγει η κα Νείλα.