Συχνότερα ακραία καιρικά φαινόμενα, πυρκαγιές, μειωμένη παραγωγικότητα των φυτών και λειψυδρία. Αυτές είναι ορισμένες από τις τεράστιες προκλήσεις που ήδη αντιμετωπίζει ο συνεχώς αυξανόμενος παγκόσμιος πληθυσμός. Τα τελευταία 10.000 περίπου χρόνια, η ανθρωπότητα ευδοκίμησε εντός μιας περιόδου κλιματικής σταθερότητας, γεγονός που της επέτρεψε να αναπτύξει πολιτισμούς και προηγμένες τεχνολογίες. Σύμφωνα όμως με πρόσφατη έκθεση του Ινστιτούτου του Πότσνταμ για την Ερευνα του Κλιματικού Αντικτύπου (ΡΙΚ), πλέον «εισερχόμαστε σε μια νέα, επικίνδυνη εποχή».
Οι επιστήμονες που συνέταξαν την επίμαχη έκθεση –βασίστηκε σε πολυάριθμες σχετικές επιστημονικές μελέτες–, διερεύνησαν την κατάσταση των εννέα πλανητικών ορίων, τα οποία οριοθετούν την κατάσταση των συστημάτων υποστήριξης ζωής στον κόσμο. Οπως προέκυψε από την ανάλυση των δεδομένων, τα πλανητικά όρια σε έξι περιπτώσεις έχουν ήδη ξεπεραστεί και δεν μπορούν πλέον να λειτουργήσουν σωστά. Ο βιομηχανικός πολιτισμός, φαίνεται βάσει της έκθεσης, πως βρίσκεται κοντά στο να παραβιάσει –αν δεν το έχει ήδη παραβιάσει– και ένα έβδομο πλανητικό όριο. Πλέον, οι επιστήμονες του PIK θα δημοσιεύουν ετήσιους «ελέγχους της υγείας του πλανήτη». Στόχος τους είναι να αναγνωριστεί η σημασία της τακτικής ενημέρωσης της υγείας του πλανήτη και να προστατευθούν η σταθερότητα και η ανθεκτικότητα των συστημάτων προστασίας της ζωής.
«Οι περιβαλλοντικές προκλήσεις είναι αλληλένδετες»
Η επιστήμη των πλανητικών ορίων ξεκίνησε το 2009. Τότε, ένας από τους κύριους ερευνητές ήταν ο Γιόχαν Ρόκστρομ, διευθυντής του PIK. Πρόκειται για μια επιστήμη που ασχολείται με τον εντοπισμό και την ποσοτικοποίηση των πλανητικών ορίων που σχετίζονται μεταξύ άλλων με την κλιματική αλλαγή, τη βιόσφαιρα, την αλλαγή του συστήματος γης, την αλλαγή του γλυκού νερού και την εξάντληση της στιβάδας του όζοντος.
Σύμφωνα με όσα αναγράφονται στη μελέτη, συνήθως, οι περιβαλλοντικές προκλήσεις που προκύπτουν από την υπέρβαση των εννέα πλανητικών ορίων, αντιμετωπίζονται χωριστά, όμως «τα ζητήματα αυτά είναι αλληλένδετα και επηρεάζουν συλλογικά την υγεία του πλανήτη μας και την ανθρώπινη υγεία».
Κι αυτό, επειδή μόλις παραβιαστεί ένα όριο, αυξάνεται, σύμφωνα με την έκθεση, ο κίνδυνος μόνιμης βλάβης των λειτουργιών υποστήριξης της ζωής στη γη, «καθώς και η πιθανότητα υπέρβασης σημείων καμπής που προκαλούν μη αναστρέψιμες αλλαγές». Η υπέρβαση ενός νέου πλανητικού ορίου δεν ισοδυναμεί σύμφωνα με τους συγγραφείς της έκθεσης, με άμεσες, δραστικές αλλαγές, εντούτοις, «σηματοδοτεί την είσοδο σε έδαφος αυξανόμενου κινδύνου».
Οπως άλλωστε δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της έκθεσης, Μπόρις Σακσέφσκι, «όταν εξετάζουμε τις τάσεις των δεικτών υγείας της γης, βλέπουμε ότι σύντομα η πλειονότητά τους θα βρίσκεται στη ζώνη υψηλού κινδύνου. Πρέπει να αντιστρέψουμε αυτήν την κατάσταση. Γνωρίζουμε ότι όλες οι διεργασίες των πλανητικών συνόρων δρουν από κοινού και καθεμία χρειάζεται προστασία για να προστατευθεί ολόκληρο το σύστημα».
Οι διεργασίες των έξι πλανητικών ορίων που έχουν ήδη παραβιαστεί, είναι σύμφωνα με την έκθεση η κλιματική αλλαγή, η αλλαγή στην ακεραιότητα της βιόσφαιρας, η αλλαγή του συστήματος γης, η αλλαγή των γλυκών υδάτων, η τροποποίηση των βιογεωχημικών ροών και η εισαγωγή νέων οντοτήτων. Σε ασφαλή όρια παραμένουν η οξίνιση των ωκεανών, η ατμοσφαιρική φόρτιση αερολυμάτων και η εξάντληση του στρατοσφαιρικού όζοντος.
Κλιματική αλλαγή
Αναφορικά με την κλιματική αλλαγή, στην έκθεση σημειώνεται ότι το ατμοσφαιρικό διοξείδιο του άνθρακα «βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα 15 εκατομμυρίων ετών και η παγκόσμια ακτινοβολία συνεχίζει να αυξάνεται, με μια επίμονη τάση θέρμανσης που έχει επιταχυνθεί από τα τέλη του 20ού αιώνα. Οι παγκόσμιες μέσες θερμοκρασίες είναι τώρα υψηλότερες από τότε που εμφανίστηκαν στη γη ανθρώπινοι πολιτισμοί».
Αλλαγή στην ακεραιότητα της βιόσφαιρας
Σχετικά με την αλλαγή στην ακεραιότητα της βιόσφαιρας, στη μελέτη αναγράφεται ότι «η παγκόσμια απώλεια της γενετικής ποικιλομορφίας και η απώλεια της λειτουργικής ακεραιότητας της βιόσφαιρας (σ.σ. η ικανότητα ενός οικοσυστήματος να υποστηρίζει και να διατηρεί οικολογικές διεργασίες και μια ποικιλόμορφη κοινότητα οργανισμών), υπερβαίνουν αμφότερες τα ασφαλή επίπεδα και επιταχύνονται, ιδίως σε περιοχές που βιώνουν εντατική χρήση γης». Ως αποτέλεσμα, στην έκθεση εκφράζονται ανησυχίες ότι «η βιόσφαιρα της γης χάνει την ανθεκτικότητα, την προσαρμοστικότητα και την ικανότητά της να μετριάζει διάφορες πιέσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προέρχονται από την υπέρβαση άλλων πλανητικών ορίων».
Αλλαγή του συστήματος γης
Η αλλαγή του συστήματος γης, βάσει της έκθεσης, επιδεινώνεται λόγω της αυξανόμενης χρήσης γης και της κλιματικής αλλαγής. Πρόκειται για κάτι που έχει σαν αποτέλεσμα τα παγκόσμια και περιφερειακά δάση να μειώνονται σταθερά τις τελευταίες δεκαετίες. Οι περισσότερες περιοχές βρίσκονται ήδη σύμφωνα με την έκθεση, «στη ζώνη υψηλού κινδύνου, πολύ πέραν των ασφαλών ορίων τους», ενώ ορισμένες περιοχές, όπως η εύκρατη και τροπική Αμερική, μόλις πρόσφατα ξεπέρασαν τα ασφαλή επίπεδα.
Αλλαγή των γλυκών υδάτων
Η αλλαγή των γλυκών υδάτων οφείλεται, σύμφωνα με την έκθεση, στις τοπικές αποκλίσεις της ροής των υδατορευμάτων και της εδαφικής υγρασίας, που «έχουν αυξηθεί σημαντικά από τα τέλη του 19ου αιώνα, ξεπερνώντας τα αντίστοιχα πλανητικά όριά τους στις αρχές του 20ού αιώνα. Η αυξανόμενη μεταβλητότητα και αστάθεια των παγκόσμιων γλυκών υδάτων και χερσαίων υδάτινων συστημάτων σηματοδοτούν αυξανόμενες ανησυχίες για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων και την περιβαλλοντική σταθερότητα».
Τροποποίηση των βιογεωχημικών ροών
Η τροποποίηση των βιογεωχημικών ροών αφορά τη χρήση του φωσφόρου και του αζώτου στη γεωργία που «έχει υπερβεί τα ασφαλή οριακά επίπεδα, οδηγώντας σε σημαντικές οικολογικές αλλαγές. Η υπέρβαση αυτού του ορίου έχει οδηγήσει σε σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, όπως η ρύπανση των υδάτων, ο ευτροφισμός, η επιβλαβής άνθιση των φυκών και οι “νεκρές ζώνες” στα οικοσυστήματα γλυκού νερού και θάλασσας. Το ζήτημα αυτό είναι διαδεδομένο στις βιομηχανικές χώρες εδώ και πολύ καιρό και γίνεται ολοένα και περισσότερο ανησυχητικό και στις αναπτυσσόμενες χώρες».
Εισαγωγή νέων οντοτήτων
Η παγκόσμια εισαγωγή νέων οντοτήτων –όπως είναι οι συνθετικές χημικές ουσίες, τα πλαστικά και οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί– είναι σύμφωνα με την έκθεση τεράστια. Εντούτοις, όπως αναγράφεται, «ένα σημαντικό μέρος αυτών των ουσιών παραμένει αδοκίμαστο ως προς τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του». Αυτές οι νέες οντότητες «μπορούν να διαταράξουν κρίσιμες διεργασίες του γήινου οικοσυστήματος (π.χ. οι φθοροχλωράνθρακες έβλαψαν ιδιαίτερα το στρώμα του όζοντος), να βλάψουν τα οικοσυστήματα (π.χ. τα φυτοφάρμακα έχουν προκαλέσει σημαντικές μειώσεις στους πληθυσμούς εντόμων και επικονιαστών) και να οδηγήσουν σε μακροπρόθεσμες, ενδεχομένως μη αναστρέψιμες αλλαγές στο περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης της μόλυνσης του εδάφους, των υδάτινων σωμάτων και της αλλοίωσης των φυσικών ενδιαιτημάτων».
Οξίνιση των ωκεανών
Η οξίνιση των ωκεανών μολονότι πλησιάζει την υπέρβαση του πλανητικού ορίου της, παραμένει εντός του χώρου ασφαλούς λειτουργίας. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που σύμφωνα με την έκθεση επιφέρει σημαντική μείωση του pH του θαλασσινού νερού, εξαιτίας της απορρόφησης του ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα. Αυτή η διαδικασία βλάπτει τους ασβεστοποιούς οργανισμούς, όπως τα μαλάκια και τα κοράλλια, οδηγώντας σε ενδεχόμενη διάσπαση του τροφικού πλέγματος. Ταυτόχρονα μειώνει την αποτελεσματικότητα του ωκεανού ως ζωτικής σημασίας αποθήκη άνθρακα.
Πάντως σύμφωνα με όσα δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξη τύπου για την παρουσίαση της μελέτης ο Λέβκε Σίζαρ, κλιματικός φυσικός και ένας εκ των συγγραφέων της έκθεσης, το φαινόμενο προκαλεί ανησυχία. Σύμφωνα με τον ίδιο, πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι «ακόμη και αυτές οι τρέχουσες συνθήκες μπορεί να είναι ήδη προβληματικές για διάφορους θαλάσσιους οργανισμούς, γεγονός που υποδηλώνει την ανάγκη να επανεκτιμηθεί ποια επίπεδα μπορούν πραγματικά να χαρακτηριστούν ασφαλή».
Ατμοσφαιρική φόρτιση αερολυμάτων
Καλύτερη φαίνεται πως είναι η κατάσταση σε ό,τι αφορά το περιβαλλοντικό όριο της ατμοσφαιρικής φόρτισης αερολυμάτων, το οποίο παραμένει εντός ασφαλών ορίων. Αυτό το γεγονός υποδεικνύει σύμφωνα με την έκθεση «πρόοδο προς ασφαλέστερα επίπεδα, αν και ορισμένα περιφερειακά μοτίβα παρουσιάζουν αντίθετες τάσεις. Τα αερολύματα επηρεάζουν το ενεργειακό ισζύγιο της γης αντανακλώντας το ηλιακό φως πίσω στο διάστημα και μεταβάλλοντας τον σχηματισμό νεφών». Πρόκειται για κάτι που σύμφωνα με την έκθεση επηρεάζει παγκόσμια και περιφερειακά κλιματικά συστήματα –συμπεριλαμβανομένης της ρύθμισης της θερμοκρασίας, της βροχόπτωσης– και την κατανομή της ηλιακής ενέργειας.
Εξάντληση στρατοσφαιρικού όζοντος
Σε ασφαλή επίπεδα παραμένει και το πλανητικό όριο που αφορά την εξάντληση του στρατοσφαιρικού όζοντος. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με την έκθεση, «η ανάκαμψη του όζοντος έχει σταματήσει», με αποτέλεσμα να υπάρχουν «συνεχιζόμενες προκλήσεις για την αντιμετώπιση της τρύπας του όζοντος στην Ανταρκτική». Πρόκειται για ένα ιδιαιτέρως κρίσιμο ζήτημα, καθώς σύμφωνα με τη μελέτη, «το στρατοσφαιρικό στρώμα όζοντος διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στη θωράκιση της γης από την υπερβολική υπεριώδη ακτινοβολία. Αυτή η προστασία είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της ακεραιότητας των γήινων βιολογικών συστημάτων, καθώς η υπεριώδης ακτινοβολία μπορεί να βλάψει το φυτοπλαγκτόν, να διαταράξει τα θαλάσσια οικοσυστήματα και να μεταβάλει την ανάπτυξη των χερσαίων φυτών, στοιχεία που είναι θεμελιώδη για το παγκόσμιο τροφικό πλέγμα και τον κύκλο του άνθρακα».