Ελπίδες για τη διάσωση των κοραλλιογενών υφάλων, που έχουν δεχθεί πολύ σοβαρό από την κλιματική κρίση και την υπερθέρμανση των υδάτων των ωκεανών, δίνει μια επιστημονική μελέτη. Νεαρά κοράλλια, τα οποία εκτράφηκαν στο εργαστήριο, με μια μέθοδο που μοιάζει με την εξωσωματική γονιμοποίηση, άντεξαν τις υψηλές θερμοκρασίες του νερού στην Καραϊβική όπου στη συνέχεια φυτεύτηκαν και σε ποσοστό 90% παρέμειναν υγιή.

Αντίθετα, τα ήδη υπάρχοντα κοράλλια στην περιοχή, άντεξαν μόνο σε ποσοστό 25%.

Η μελέτη πραγματοποιήθηκε το 2023, χρονιά κατά την οποία καταγράφηκε καύσωνας στα θαλάσσια ύδατα της Καραϊβικής.

Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι το 90% των νεαρών κοραλλιών που εξετάστηκαν παρέμειναν υγιή και πολύχρωμα, κατορθώνοντας να συγκρατήσουν τα φύκια και να τους παράσχουν θρεπτικά συστατικά. Αντίθετα τα τρία τέταρτα των «ηλικιωμένων» κοραλλιών, ασθένησαν και είτε έχασαν το χρώμα τους, μένοντας λευκά, είτε απέβαλαν τα φύκια που ζούσαν πάνω τους. Κάποια καταστράφηκαν.

Η Δρ Μάργκαρετ Μίλερ, επικεφαλής συγγραφέας και διευθύντρια έρευνας στην οργάνωση Secore International, που δραστηριοποιείται για τη διατήρηση των κοραλλιογενών υφάλων, είπε ότι οι περίοδοι καύσωνα «ήταν φρικτές. Αλλά εντυπωσιάστηκα και με εξέπληξε που είχαμε αυτό το αποτέλεσμα».

«Εξωσωματική γονιμοποίηση»

Τα νεαρά κοράλλια εκτράφηκαν τα τελευταία πέντε χρόνια στο εργαστήριο χρησιμοποιώντας μια μορφή υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που αναπτύχθηκε από τη Secore. Οι δύτες συνέλεξαν γόνο κοραλλιών, που στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε για τη γονιμοποίηση των αυγών στο εργαστήριο.

Τα «μωρά» κοράλλια που προέκυψαν φυτεύτηκαν σε υφάλους σε όλη την Καραϊβική για να σχηματίσουν αποικίες.

Αυτή η μέθοδος ήταν πολύ διαφορετική από όσες χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν. Οι περισσότερες προσπάθειες αποκατάστασης κοραλλιών επικεντρώνονταν σε τεχνικές κατακερματισμού: έσπαγαν τα κοράλλια σε μικρότερα κομμάτια και τα μεταφύτευαν σε μια νέα τοποθεσία. Αντί να παράγει ακριβείς κλώνους, όπως γίνεται με τον κατακερματισμό, η αναπαραγωγή κοραλλιών με εξωσωματική γονιμοποίηση αύξησε τη γενετική ποικιλότητα, δίνοντάς τους μεγαλύτερη πιθανότητα προσαρμογής στη θερμότητα με την πάροδο του χρόνου.

Σύμφωνα με τη δρα Μίλερ, «η φυσική επιλογή στο περιβάλλον των υφάλων θα επιτρέψει να επιβιώσουν τα καλύτερα».

Στη μελέτη εξετάστηκαν 771 νεαρά κοράλλια της μελέτης, πολύ μικρό ποσοστό των χιλιάδων κοραλλιών που εκτρέφονται κάθε χρόνο από τη Secore και τα συνεργαζόμενα με αυτήν ιδρύματα. Είναι κοράλλια που ζουν σε αποκατεστημένους υφάλους στα ανοιχτά του Μεξικού, της Δομινικανής Δημοκρατίας, των Παρθένων Νήσων των ΗΠΑ και των ολλανδικών περιοχών της Καραϊβικής, Μπονέρ και Κουρασάο.

Οι ερευνητές στον ύφαλο Σομπρέρο στη Δομινικανή Δημοκρατία συνέκριναν νεαρά και μεγάλα κοράλλια της ποικιλίας elkhorn (σ.σ. κέρατα ελαφιού) ή Acropora palmata. Ο ύφαλος ήταν κάποτε γεμάτος με μεγάλα είδη κοραλλιών, αλλά τα περισσότερα πέθαναν κατά τη διάρκεια μιας «επιδημίας» τη δεκαετία του 1980. Ο ύφαλος φιλοξενεί τώρα διάσπαρτα παλαιότερα κοράλλια που γλίτωσαν από την ασθένεια και πολλά νεαρά κοράλλια της ίδιας ποικιλίας, που εκτράφηκαν για να αποκαταστήσουν τον ύφαλο.

Οταν η Μαρία Βιγιαλπάντο, ερευνήτρια στο Δομινικανό Ιδρυμα Θαλάσσιων Μελετών (Fundemar), μελέτησε τα κοράλλια μετά την κορύφωση της θερμικής καταπόνησης πέρυσι το φθινόπωρο, διαπίστωσε ότι τα νεαρά κοράλλια elkhorn ήταν υγιή. «Δεν ήταν καν χλωμά», είπε. Τα παλαιότερα κοράλλια elkhorn, όμως, δεν άντεξαν. «Δυστυχώς, χάσαμε τα περισσότερα από αυτά», είπε.

Οι επιστήμονες ακόμη δεν μπορούν να εξηγήσουν γιατί τα νεαρά κοράλλια είναι πιο ανθεκτικά στις υψηλές θερμοκρασίες. Η Δρ Μίλερ κάνει μια υπόθεση: ότι ίσως μπορούν να υποδεχθούν καλύτερα τα φύκια με τα οποία συμβιώνουν. Συνεπώς, θα πρέπει να εξεταστεί ποια είναι αυτά που αντέχουν καλύτερα στις υψηλές θερμοκρασίες.

Προηγούμενη έρευνα έδειξε πάντως ότι τα νεαρά κοράλλια, αν ζήσουν αρκετά χρόνια, πιθανότατα θα γίνουν λιγότερο ανθεκτικά στο θερμικό στρες και καθώς γερνούν θα καθίστανται όλο και πιο ευάλωτα στις αυξανόμενες θερμοκρασίες λόγω της κλιματικής αλλαγής.

Σύμφωνα με τη δρα Μίλερ, στην Αυστραλία, τα τελευταία έξι χρόνια παρατηρείται ένα επεισόδιο «λεύκανσης» των κοραλλιών κάθε δεύτερο χρόνο, ενώ στην Καραϊβική αυτά παρατηρούνται περίπου κάθε πέντε χρόνια. Και εξήγησε ότι έπειτα από ένα τέτοιο συμβάν, ακόμη και αν μια αποικία επιβιώσει, η ικανότητά της να αναπαραχθεί τελεί σε κίνδυνο για αρκετά χρόνια.

«Τώρα που τα μεσοδιαστήματα μεταξύ αυτών των κυμάτων καύσωνα έχουν γίνει τόσο σύντομα, η επέκταση των κοραλλιών από μόνη της είναι απίθανο να αλλάξει τη μοίρα αυτών των πληθυσμών», λέει η δρ Μίλερ. «Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις βαθύτερες αιτίες της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής. Αλλά νομίζω ότι είναι σημαντικό να συμπληρώνουμε τους πληθυσμούς των κοραλλιών εν τω μεταξύ, γιατί ίσως να μας βοηθήσει να κερδίσουμε λίγο χρόνο».

 kathimerini.gr