Αν η Ευρώπη δεν αλλάξει ρότα, θα έχει έναν «αργό θάνατο», προειδοποίησε ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, παρουσιάζοντας χθες στις Βρυξέλλες την πολυαναμενόμενη έκθεση για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ, που του ανατέθηκε από την πρόεδρο της Κομισιόν πριν από ένα χρόνο.
Στην έκθεση των περίπου 400 σελίδων, ο Μάριο Ντράγκι υπογραμμίζει τον επείγοντα χαρακτήρα της κατάστασης, προκειμένου η Ευρώπη να μπορέσει να αντιμετωπίσει τον διεθνή ανταγωνισμό από τις ΗΠΑ και την Κίνα, ενώ περιγράφει τα τρέχοντα εμπόδια στην ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα: έλλειψη δεξιοτήτων σε στρατηγικές τεχνολογίες και ικανότητα για καινοτομία, υψηλές τιμές ενέργειας, ρυθμιστικά εμπόδια που είναι δαπανηρά για τις ΜΜΕ στην Ευρώπη.
«Η Ευρώπη ανησυχεί για την επιβράδυνση της ανάπτυξης από τις αρχές αυτού του αιώνα», ανέφερε ο Μ. Ντράγκι, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε, παρουσία της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, επισημαίνοντας ότι «η ανάπτυξη στην ΕΕ επιβραδύνεται, λόγω μιας ισχνής αύξησης της παραγωγικότητας». Στην έκθεση αναφέρεται ότι «η οικονομική ανάπτυξη της ΕΕ ήταν πολύ πιο αργή από ό,τι στις ΗΠΑ τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ενώ η Κίνα πλησιάζει ραγδαία».
Ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης δεν μάσησε τα λόγια του όταν ρωτήθηκε πόσο σημαντικό είναι για την ΕΕ να προχωρήσει σε «ριζικές αλλαγές»: «Είτε κάνουμε αυτό που χρειάζεται, είτε θα έχουμε αργό θάνατο», απάντησε. Επισήμανε μάλιστα δύο χαρακτηριστικά στοιχεία: Πρώτον ότι «σε κατά κεφαλήν βάση, το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα έχει αυξηθεί σχεδόν διπλάσια στις ΗΠΑ από ό,τι στην ΕΕ από το 2000». Δεύτερον, ότι η ΕΕ εισέρχεται στην πρώτη περίοδο της πρόσφατης ιστορίας της κατά την οποία η ανάπτυξη δεν θα υποστηριχθεί από την αύξηση του πληθυσμού. «Μέχρι το 2040, το εργατικό δυναμικό προβλέπεται να συρρικνωθεί κατά σχεδόν 2 εκατομμύρια εργαζόμενους κάθε χρόνο. Θα πρέπει να στηριχτούμε περισσότερο στην παραγωγικότητα για να προωθήσουμε την ανάπτυξη», τόνισε.
Η ανάγκη της Ευρώπης να γίνει πιο παραγωγική, είναι «υπαρξιακή», τόνισε ο Μ. Ντράγκι. «Εάν η Ευρώπη δεν μπορεί να γίνει πιο παραγωγική, θα αναγκαστούμε να επιλέξουμε. Δεν θα μπορέσουμε να γίνουμε, αμέσως, ηγέτης στις νέες τεχνολογίες, φάρος ευθύνης για το κλίμα και ανεξάρτητος παίκτης στην παγκόσμια σκηνή. Δεν θα μπορέσουμε να χρηματοδοτήσουμε το κοινωνικό μας μοντέλο. Θα πρέπει να περιορίσουμε ορισμένες, αν όχι όλες, από τις φιλοδοξίες μας».
Τρεις προκλήσεις
Σύμφωνα με την έκθεση, η Ευρώπη αντιμετωπίζει τρεις σημαντικές προκλήσεις: η πρώτη και πιο σημαντική, είναι η ανάγκη να επιταχυνθεί η καινοτομία και να γεφυρωθεί το χάσμα καινοτομίας με τις ΗΠΑ και την Κίνα, ιδίως στις προηγμένες τεχνολογίες. Η δεύτερη, είναι η μείωση των υψηλών τιμών ενέργειας, συνεχίζοντας την απαλλαγή από τον άνθρακα και τη στροφή προς μία κυκλική οικονομία. Η τρίτη, αφορά την ασφάλεια και τη μείωση των εξαρτήσεων από τρίτες χώρες.
Για την αντιμετώπιση των παραπάνω προκλήσεων, ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης προτείνει μια «νέα βιομηχανική στρατηγική για την Ευρώπη», η οποία θα βασίζεται σε μια σειρά δομικών στοιχείων: πρώτον, στην πλήρη εφαρμογή της ενιαίας αγοράς, δεύτερον, στις βιομηχανικές πολιτικές και τις πολιτικές ανταγωνισμού και εμπορίου, οι οποίες θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν ως μέρος μιας συνολικής στρατηγικής, τρίτον, στη χρηματοδότηση των κύριων τομέων δράσης που συνεπάγονται «τεράστιες επενδυτικές ανάγκες» και τέταρτον, στη βούληση για μεταρρύθμιση της διακυβέρνησης της ΕΕ, αυξάνοντας το βάθος του συντονισμού και μειώνοντας το ρυθμιστικό φόρτο.
Η ΕΕ χρειάζεται υπερδιπλάσιες επενδύσεις συγκριτικά με το σχέδιο Μάρσαλ
Όσον αφορά την απαιτούμενη χρηματοδότηση για τις «τεράστιες επενδυτικές ανάγκες» στην ψηφιοποίηση και την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές της οικονομίας και την αύξηση της αμυντικής ικανότητας της ΕΕ, ο Μ. Ντράγκι ανέφερε ότι η ΕΕ χρειάζεται επιπλέον επενδύσεις ύψους 750-800 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως- που αντιστοιχεί στο 5% του ΑΕΠ – , πολύ υψηλότερο του 1%-2% του Σχεδίου Μάρσαλ για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ως προς το πώς θα πρέπει η ΕΕ να χρηματοδοτήσει τις τεράστιες επενδυτικές ανάγκες που συνεπάγεται ο μετασχηματισμός της οικονομίας, ο Μ. Ντράγκι υποστήριξε ότι η ΕΕ θα πρέπει να συνεχίσει να εκδίδει κοινά χρεόγραφα για τη χρηματοδότηση κοινών επενδυτικών σχεδίων που στοχεύουν στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της ασφάλειας της ΕΕ. Σημείωσε, ωστόσο, ότι η έκδοση κοινού χρέους είναι ένα «εργαλείο» και δεν αποτελεί στόχο αυτό καθαυτό. «Αν είναι πολιτικά εφικτό, γιατί όχι;», πρόσθεσε. Πιο συγκεκριμένα, είπε ότι χρειάζεται κάποια κοινή χρηματοδότηση για επενδύσεις σε βασικά ευρωπαϊκά δημόσια έργα – χρηματοδότηση κοινών έργων, όπως η πρωτοποριακή καινοτομία, η άμυνα ή τα διασυνοριακά δίκτυα, που είναι θεμελιώδη για την αύξηση της παραγωγικότητας στην Ευρώπη. Πρόσθεσε, επίσης, ότι η ΕΕ θα πρέπει να προχωρήσει με την Ένωση Κεφαλαιαγορών, αν θέλουμε ο ιδιωτικός τομέας να μπορέσει να αναλάβει τη μερίδα του λέοντος στη χρηματοδότηση των επενδύσεων.
Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν που παρέλαβε ενώπιον της αίθουσας Τύπου την 400 σελίδων έκθεση του πρώην Ιταλού πρωθυπουργού, εξέφρασε την ικανοποίησή της, τονίζοντας ότι πολλές από τις συστάσεις που περιλαμβάνονται σε αυτήν, έχουν ήδη ενσωματωθεί στους προσανατολισμούς της νέας Επιτροπής για την επόμενη πενταετία. Η πρόεδρος της Κομισιόν, ωστόσο, δεν υιοθέτησε την ιδέα του κοινού χρέους, αντίθετα αναφέρθηκε σε «εθνικές συνεισφορές» ή νέους «ιδίους πόρους» για την τροφοδότηση του προϋπολογισμού της ΕΕ.
Οι συστάσεις της έκθεσης του Μάριο Ντράγκι, πιθανότατα θα αντικατοπτρίζονται στις επιστολές ανάθεσης των χαρτοφυλακίων που θα στείλει η πρόεδρος της Κομισιόν στους νέους Επιτρόπους, καθώς εντός της εβδομάδας, η κ. φον ντερ Λάιεν αναμένεται να παρουσιάσει το νέο «Κολέγιο Επιτρόπων».